Καφενειακές συζητήσεις, μια από τις αγαπημένες συνήθειες των Νεοελλήνων. Συζητήσεις που όλοι έχουν άποψη για όλα χωρίς το απαιτούμενο γνωστικό υπόβαθρο. Αυτός ο τύπος συζητήσεων πια έχει επεκταθεί και στο διαδίκτυο, στα διάφορα φόρουμ ή κάτω από δημοσιεύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Μια τέτοια “συζήτηση” βρέθηκα προ ημερών να παρακολουθώ στο διαδίκτυο, μια “συζήτηση” η οποία αφορούσε τον ποδοσφαιριστή του Παναθηναϊκού Φώτη Ιωαννίδη και την πιθανότητα μεταγραφής του σε ξένη ομάδα το καλοκαίρι. Με εντυπωσίασε το σχόλιο ενός ανθρώπου, ένα σχόλιο που μου έδειξε ότι κάποιοι άνθρωποι ζουν έξω από την εποχή τους, κυρίως λόγω άγνοιας η οποία προέρχεται πιθανότατα από ελλιπή ενημέρωση: “Κάποτε, έγραψε ο τύπος, η Ρεάλ Μαδρίτης ζήτησε να πάρει τον ποδοσφαιριστή Ελευθεράκη από τον Παναθηναϊκό έναντι τεραστίου τιμήματος και η τότε διοίκηση της ομάδας απέρριψε αυτή την πρόταση γιατί ήταν ισχυρή και ήθελε να κρατάει τους πιο αξιόλογους παίκτες στην ομάδα κλπ κλπ, ενώ σήμερα όλοι είναι πουλημένοι κλπ κλπ…
Διαβάζοντας το σχόλιο αυτό κούνησα το κεφάλι μου με νόημα. Ο τύπος προφανώς για να έχει γράψει κάτι τέτοιο αγνοεί βασικά πράγματα: 1) Ότι ζούμε σε έναν καπιταλιστικό κόσμο που η αγορά και η ζήτηση κυβερνούν τα πάντα μέσα από διαφόρων τύπων χρηματιστήρια, 2) Ότι το “καρφώνω το δελτίο του παίκτη” στον τοίχο πέθανε όταν θεσπίστηκε η απελευθέρωση των παικτών μόλις συμπλήρωναν δώδεκα χρόνια σε μια ομάδα (θέσπιση του επαγγελματικού ποδοσφαίρου στην Ελλάδα), τα οποία δώδεκα έγιναν μετά πέντε, για να φτάσουμε στα σημερινά ελεύθερα προσωποπαγή συμβόλαια. 3) Ότι μετά την εκδίκαση της υπόθεσης Μποσμάν μιλάμε πλέον για παγκοσμιοποίηση του ποδοσφαίρου (και γενικότερα τού αθλητισμού). 4) Ότι πια μια ομάδα μπορεί να έχει στις τάξεις της όσους ξένους παίκτες επιθυμεί – πρώτα δεν είχε δικαίωμα να χρησιμοποιεί κανένα, μετά είχε δικαίωμα για έναν (συν τους ελληνοποιημένους “ομογενείς”), μετά για δύο, μετά τρεις, μετά για τρεις και άλλους τόσους “κοινωνικούς”, για να φτάσουμε εδώ που φτάσαμε όπου υπάρχουν ομάδες που στην ενδεκάδα τους παίζουν δέκα ξένοι παίκτες. 5) Ότι το οικονομικό επίπεδο των ελληνικών ποδοσφαιρικών ανωνύμων εταιρειών (και όχι συλλόγων) είναι τις πλάκας σε σχέση με τον παγκόσμιο χώρο.
Κατά τα άλλα καλά… ζούμε τους μύθους μας στην Ελλάδα, που έλεγε και η παλιά η διαφήμιση και ο Θεός βοηθός. Πλέον το πιο πολύτιμο πράγμα για μια ποδοσφαιρική ανώνυμη εταιρεία είναι το καλό μάνατζμεντ και για χώρες επιπέδου σαν και της δικής μας είναι και η παραγωγή σε συνδυασμό με την ανάπτυξη. Δηλαδή για κάθε Ιωαννίδη ή Κωνσταντέλια που θα κάνει το μεγάλο βήμα στην καριέρα του σε μεγάλη ομάδα του εξωτερικού πρέπει να ακολουθούν άλλοι πέντε τουλάχιστον στη σειρά, παίκτες που θα φέρνουν και χρήματα στις ομάδες αλλά και ακόμα πιο πολλά παιδιά στον χώρο – κι αργότερα ίσως κάνουν τις ομάδες μας πόλους έλξης καλύτερων ξένων παικτών κι όχι κυρίως ημισυνταξιούχων όπως σήμερα – αυτό σε συνδυασμό και με την εισροή νέων υγειών επενδυτών με σοβαρή οικονομική επιφάνεια.
Πρώτα από όλα όμως πρέπει να σοβαρευτούν οι οπαδοί των ομάδων μας, να προσγειωθούν, να μάθουν και να καταλάβουν τη θέση μας μέσα στον αθλητικό κόσμο και οι συζητήσεις τους να γίνουν πιο δημιουργικές, πηγαίνοντας τα παιδιά τους στις ακαδημίες ποδοσφαίρου (και μπάσκετ και βόλεϊ και όλων των αθλημάτων) και όχι να χαζολογούν με βάση τα ονειρεύματά τους. Κατά τα άλλα καλά…