Το ποδόσφαιρο πέρα από το δημοφιλέστερο άθλημα στον πλανήτη, έιναι και ένα από τα αρχαιότερα. Μέσα από την εξέλιξη όλων αυτών των ετών, λοιπόν, έχουν δημιουργηθεί κάποιες σταθερές. Κάποιες παραδόσεις για τους ρομαντικούς. Μία από αυτές δείχνει ότι οι μεγάλοι παίχτες δεν γίνονται και μεγάλοι προπονητές. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων ο συγκεκριμένος κανόνας επιβεβαιώνεται. Η κίνηση του Τσάβι να αποδεχθεί την πρόταση της Μπαρτσελόνα και να γίνει προπονητής της μπορεί να κριθεί σωστή ή βιαστική. Εξαρτάται από μια μεριά το εξετάζει κανείς.
Ο Ισπανός αφού ολοκλήρωσε την ποδοσφαιρική του καριέρα στο Κατάρ αποφάσισε να ασχοληθεί με την προπονητική. Παρθενική του ομάδα η Αλ Σαντ στην οποία αγωνιζόταν στη δύση της καριέρας του. Η αλήθεια είναι πως παρόλο που έμεινε για μικρό διάστημα στο Κατάρ, ο πρώην αρχηγός των μπλαουγκράνα κατάφερε να δικτυωθεί σημαντικά. Σε τέτοιο βαθμό που επωμίστηκε το βάρος να φροντίσει για την ανάπτυξη του ποδοσφαίρου της χώρας με ορίζοντα το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2022.
Επικράτησε το συναίσθημα έναντι της λογικής
Αφού ολοκλήρωσε πρόωρα τη θητεία του στην Αλ Σαντ, στην Μπαρτσελόνα θεώρησαν, το Νοέμβριο του 2021, πως είναι έτοιμος να αναλάβει την ομάδα ως αντικαταστάτης του Ρόναλντ Κούμαν. Στα δικά μου μάτια η κίνηση του Τσάβι μοιάζει βιαστική και επιπόλαιη. Δεν εξετάζω καθόλου την επιθυμία της Μπαρτσελόνα να τον χρήσει πρώτο της προπονητή. Η ομάδα είναι βαριά άρρωστη και μετά την αποπομπή του Κούμαν ήθελε να προσλάβει ένα πρόσωπο το οποίο θα μπορέσει να ενώσει τον κόσμο και να τον εμπνεύσει ξανά. Μην ξεχνάμε ότι οι μπλαουγκράνα προέρχονται από ένα καλοκαίρι που έχασαν τον καλύτερο παίχτη στην ιστορία τους, τον Λιονέλ Μέσι.
Όσον αφορά τον Τσάβι, δεν είχε καμιά δουλειά να αναλάβει αυτή τη στιγμή την Μπαρτσελόνα έχοντας προπονητική εμπειρία μόνο σε μια ομάδα στο Κατάρ. Ας μη γελιόμαστε το επίπεδο του ποδοσφαίρου εκεί είναι πολύ κατώτερο από το ευρωπαϊκό. Επομένως, δεν θεωρώ πως είναι σε θέση να καθοδηγήσει ένα από τα μεγαλύτερα ”καράβια” της ηπείρου από τη στιγμή μάλιστα που βρίσκεται ξεκάθαρα σε μεταβατικό στάδιο. Είναι ωραίοι οι τίτλοι όπως ”Επέστρεψε σπίτι του!” ή ”Στα χνάρια του Γκουαρδιόλα!” αλλά όλα αυτά μοιάζουν εφήμερα και επιφανειακά.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ξεκάθαρο πως επικράτησε το συναίσθημα έναντι της λογικής. Ωστόσο, η ωμή πραγματικότητα έρχεται πάντα να προσγειώσει άπαντες. Τόσο η εικόνα της ομάδας όσο και τα αποτελέσματα της δεν επιτρέπουν στη Μπαρτσελόνα να σηκώσει κεφάλι. Τρανό παράδειγμα ο αποκλεισμός της από τον όμιλο του Τσάμπιονς Λιγκ σκοράροντας μόλις 2 γκολ! Η μεγαλύτερη ζημιά όσον αφορά αυτό βέβαια είχε ήδη γίνει. Έστω κι έτσι όμως είχε την ευκαιρία να το αποτρέψει χωρίς να τα καταφέρει. Αυτός ο αποκλεισμός είναι και η πρώτη του ”ήττα” στον καταλανικό πάγκο.
Μπορεί να είναι ακόμα νωρίς για να κριθεί και μπορεί να είναι αποδειχθεί ικανότατος προπονητής. Παρόλα αυτά, η απειρία του αλλά και η κακή κατάσταση του συλλόγου αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα στην εξέλιξη τόσο του ίδιου όσο και της ομάδας του. Θα έμοιαζε σοφότερη επιλογή να αρνηθεί ευγενικά και εφόσον ήθελε να επιστρέψει στην Ευρώπη να αναλάμβανε μια ομάδα μικρότερου βεληνεκούς και απαιτήσεων στην Ισπανία. Με αυτόν τον τρόπο θα είχε την ευκαιρία να κερδίσει περισσότερες εμπειρίες και παραστάσεις στο υψηλότερο επίπεδο και στη συνέχεια να κάνει το βήμα παραπάνω. Παραδείγματα να τον αποθαρρύνουν υπήρχαν πολλά αλλά ο Τσάβι τα αγνόησε και αποφάσισε να ρισκάρει.
Το πρόσφατο παράδειγμα του Λάμπαρντ
Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα να χρησιμοποιήσουμε από τη θητεία του Φράνκ Λάμπαρντ στην ομάδα που μεγαλούργησε, την Τσέλσι. Θρύλος του συλλόγου, ο οποίος κλήθηκε να αναλάβει τους μπλε του Λονδίνου και να τους οδηγήσει ξανά στις επιτυχίες. Εισιτήριό του για τον πάγκο η ομολογουμένως καλή δουλειά που είχε κάνει στη Ντέρμπι Κάουντι φτάνοντας μέχρι και τον τελικό ανόδου από την Τσάμπιονσιπ.
Όπως ο Τσάβι όμως, έτσι και ο Λάμπαρντ ανέλαβε έναν σύλλογο με τεράστιες απαιτήσεις χωρίς να μας έχει δώσει ένα αξιόλογο και σε διάρκεια προπονητικό δείγμα. Η απαγόρευση μεταγραφών στην Τσέλσι έκανε την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη. Σίγουρα, τηρουμένων των αναλογιών την πρώτη του χρονιά τα πήγε αρκετά καλά εμπιστευόμενος νεαρά παιδιά, παίζοντας ελκυστικό ποδόσφαιρο και τερματίζοντας στις θέσεις που οδηγούσαν στο Τσάμπιονς Λιγκ. Με αυτόν τον τρόπο δημιούργησε απαιτήσεις.
Απαιτήσεις που φάνηκε πως δεν μπόρεσε σε καμία περίπτωση να διαχειριστεί στη δεύτερη χρονιά του. Δαπάνησε σχεδόν 250 εκατομμύρια ευρώ για τις μεταγραφές και λίγο μετά τα μέσα της σεζόν αναγκάστηκε να αποχωρήσει μιας και η Τσέλσι βρισκόταν στην 9η θέση της βαθμολογίας. Η συνέχεια γνωστή. Ο Τούχελ ανέλαβε και εκμεταλλευόμενος το πληρέστατο ρόστερ που είχε στα χέρια του, έφτασε στην κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ.
Η πορεία του Λάμπαρντ στην Τσέλσι μας δείχνει πως ο πρώην Άγγλος μέσος δεν είχε την απαραίτητη εμπειρία για να οδηγήσει την ομάδα στους τίτλους. Μπορεί να βοήθησε να αναδειχθούν αρκετά νεαρά παιδιά, ωστόσο η περίεργη χρονιά που διένυε τότε η Τσέλσι βοήθησε να καλυφθούν οι όποιες ελλείψεις είχε ως προπονητής. Όταν χρειάστηκε να χτίσει μια ομάδα προκειμένου να κάνει πρωταθλητισμό, διάλεξε μεν καλά εργαλεία δεν ήξερε δε πως να τα διαχειριστεί, ενώ και τακτικά είχε προβλήματα. Σε πολλά παιχνίδια αδυνατούσε να κρατήσει το μηδέν ή έστω να αμυνθεί αποτελεσματικά.
Παρατηρούμε επομένως πολλές ομοιότητες και στις δύο περιπτώσεις. Δε νομίζω όμως πως ο Τσάβι και με τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Μπαρτσελόνα θα έχει το καλοκαίρι να διαχειριστεί παρόμοιο μπάτζετ με αυτό του Λάμπαρντ για να φτιάξει την ομάδα όπως πραγματικά θέλει. Αυτό κάνει το έργο του ακόμα πιο δύσκολο και την πιθανότητα να ”καεί” ακόμα πιο πιθανή. Αντιθέτως, ένας άλλος πρώην μεγάλος μέσος του παρελθόντος ακολουθεί έναν τελείως διαφορετικό δρόμο.
Ο δρόμος του Τζέραρντ
Ο πρώην άσσος της Λίβερπουλ επέλεξε να ξεκινήσει την προπονητική του καριέρα, προπονώντας την μικρή ομάδα των Λος Άντζελες Γκάλαξι. Την ομάδας στην οποία αποφάσισε να κλείσει την καριέρα του. Η δουλειά του εκεί δεν άργησε να τραβήξει τα βλέμματα ομάδων του νησιού και συγκεκριμένα των Ρέιντζερς. Αναμφίβολα ο Τζέραντ με το όνομα που έχει και την επίδραση στο αγγλικό ποδόσφαιρο δεν βγήκε ποτέ από τα ραντάρ των συλλόγων εκεί.
Οι Σκωτσέζοι, λοιπόν, τον επέλεξαν ως πρώτο προπονητή και έγιναν η πρώτη ομάδα που προπονεί ο πρώην αρχηγός της Λίβερπουλ στην Ευρώπη. Ο Τζέραρντ από την πλευρά του διάλεξε να ”ψηθεί” σε μια ομάδα από τα μικρά πρωταθλήματα της Ευρώπης, παραμένοντας όμως στο Νησί καθώς ξέρει πως τα βλέμματα της Πρέμιερ Λιγκ παρακολουθούν πολύ στενότερα αυτούς που εργάζονται κοντά στο πρωτάθλημα τους.
Στη Γλασκώβη ο Τζέραρντ κατάφερε να συνδυάσει το θεαματικό ποδόσφαιρο με τα αποτελέσματα με την ομάδα των Ρέιντζερς να κατακτά το πρωτάθλημα Σκωτίας έπειτα από 10 χρόνια και μάλιστα αήττητη. Στα συν του και η εκπληκτική πορεία στην Ευρώπη. Για τα δεδομένα των Ρέιντζερς τα επιτεύγματα αυτά είναι πολύ σημαντικά.
Μπορεί ο Τζέραρντ να μην προπόνησε κάποιο μεγαθήριο, παρόλο που οι Ρέιντζερς είναι ιστορική ομάδα. Ωστόσο, παρέμεινε στην Ευρώπη και προπόνησε μια ομάδα που αγωνίζεται στην πρώτη κατηγορία της χώρας της σε συνθήκες που μοιάζουν της Πρέμιερ Λιγκ. Το σημαντικότερο στοιχείο όμως είναι πως ”ψήθηκε” σε συνθήκες πρωταθλητισμού. Αντιλήφθηκε πως δεν είναι έτοιμος να αναλάβει μια όμαδα όπως η Λίβερπουλ. Αναφέρω τη συγκεκριμένη ομάδα καθώς με αυτήν έχει συνδεθεί και ως παίχτης. Επιπλέον, κατάλαβε πως για να προπονήσει κάποια στιγμή τη συγκεκριμένη ομάδα (είμαι σίγουρος πως αποτελεί στόχο του) πρέπει να μαζέψει πολλές εμπειρίες ως προπονητής ακόμα.
Το στοιχείο που μας δείχνει πως ο Άγγλος βαδίζει στο σωστό μονοπάτι είναι η ομάδα με την οποία επέλεξε να ξεκινήσει την καριέρα του στην Πρέμιερ Λιγκ. Η Άστον Βίλα αποτελεί ιδανικό προορισμό προκειμένου να δουλέψει όπως ο ίδιος θέλει και να μας παρουσιάσει την σταδιακή του εξέλιξη στο υψηλότερο επίπεδο. Ήδη τα πρώτα δείγματα είναι αρκετά ενθαρρυντικά.
Συνοψίζοντας, ακόμα και να αποτύχει στη Βίλα ο Τζέραρντ αυτό δεν αλλάζει σε τίποτα την πεποίθηση πως δουλεύει σωστά και κάνει αργά αλλά σταθερά βήματα προς τα πάνω χωρίς να βιάζεται ή να επιλέγει τη δουλειά του με βάση το συναίσθημα. Από την άλλη, όσο πρώιμο και να μοιάζει, ο Τσάβι φαίνεται να ακολουθει πορεία όμοια του Λάμπαρντ και να βαδίζει με μαθηματική ακρίβεια προς ένα αγωνιστικό αδιέξοδο. Όπως ο Τιτανικός έβλεπε το παγόβουνο και δεν μπορούσε να κάνει κάτι για να το αποφύγει.