Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Τατιάνα Γεωργίου: Το “κορίτσι που έπαιζε μπάλα” κατέκτησε τους “γείτονες”… όταν τα όνειρα έγιναν στόχοι!

«Αν κάτι μετράει πραγματικά στη ζωή, είναι να σηκωθείς, να αναζητήσεις τις συνθήκες που θα σε οδηγήσουν στην επιτυχία, ή ακόμη καλύτερα να τις διαμορφώσεις μόνος». Τα λόγια αυτά, θα λέγε κανείς πως αποτελούν απόσταγμα του δρόμου που έχει διανύσει ως τώρα η Ελληνίδα διεθνής Τατιάνα Γεωργίου. Η ταλαντούχα μέσος, μετά από ένα γεμάτο πέρασμα από την ομάδα του ΠΑΟΚ, κι αφού κατέκτησε τον ιταλικό Νότο, βρίσκεται πια στα βόρεια της γειτονικής πρωτεύουσας, για λογαριασμό της Τσεζένα. Όταν για κάποιους ήταν απλά «αυτή που έπαιζε μπάλα» , δεν σταμάτησε να πιστεύει, και η ζωή την αποζημίωσε με όμορφες παραστάσεις… 

«Εάν θέλετε να σας χαμογελάσει η ζωή, χαρίστε της πρώτα την καλή σας διάθεση», είπε κάποτε ο Ολλανδός φιλόσοφος Μπαρούχ Σπινόζα. Κι αν κάποτε έψαχνε κανείς, κάποιον να κατανοεί το νόημα πίσω από αυτά τα λόγια, θα τον έβρισκε σίγουρα στο πρόσωπό της Τατιάνας Γεωργίου. Το νεαρό κορίτσι με καταγωγή από την Ηγουμενίτσα, αποτελεί μια ολοκληρωμένη επαγγελματία, που απολαμβάνει στο έπακρο, την ανώτερη μορφή ικανοποίησης που προσφέρει το: «να κάνεις το χόμπι σου επάγγελμα». Με όπλο ένα ζεστό χαμόγελο, δεν στάθηκε ποτέ μοιρολατρικά απέναντι σε οποιοδήποτε εμπόδιο, καθώς θεωρεί κάθε δυσκολία, μια νέα πρόκληση για να δοκιμάζει τις αντοχές της. H αυτογνωσία, και το ενάρετο ήθος, δύο έννοιες αλληλένδετες, συνιστούν θεμελιώδη στοιχεία της αθλητικής παιδείας με την οποία έχει γαλουχηθεί, γεγονός που θέτει ως αφετηρία στην εξελικτική πορεία της 26χρονης παίκτριας, την κοπιαστική προσπάθεια, και το σεβασμό προς το σύνολο.
Αυτά, κι ακόμη περισσότερα, επιβεβαίωσαν πως η συζήτηση με την Τατιάνα Γεωργίου, μια κουβέντα -συντροφιά με μια κούπα αχνιστό καφέ- που απέκτησε σχεδόν αμέσως μια φιλική χροιά, θα επιφύλασσε αμείωτο ενδιαφέρον…

Ο άνθρωπος όταν ασκεί το επάγγελμα που του αρέσει, είναι γνωστό, πως συμβάλλει τα μέγιστα στην ανάπτυξη και την πρόοδο, λόγω του ζήλου με τον οποίο επιδίδεται σε αυτό, ενώ βιώνει ένα ανώτερο συναίσθημα ηθικής πληρότητας. Μια απόφαση λοιπόν τόσο καθοριστική για την μετέπειτα ζωή του, καθώς σε αυτή εναποθέτει πολλές προσδοκίες όπως, η ανεξαρτησία, η ψυχαγωγία, και κατ’ επέκταση η κοινωνική του καταξίωση, οφείλει να λαμβάνει χώρα απαλλαγμένη από κοινωνικούς περιορισμούς που αγνοούν τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα του.

«Δεν ήταν τόσο απόφαση, γιατί ήρθε πολύ φυσιολογικά. Από μικρή με θυμάμαι να παίζω μπάλα. Είτε μέσα στο σπίτι με τα έπιπλα, για παράδειγμα να περνάω τα έπιπλα, είτε στο σχολείο, ή με τα ξαδέρφια μου…» Κόντρα σε όλα τα στεγανά μιας κλειστής κοινωνίας, η Τατιάνα δε δείλιασε να αρχίσει την ενεργό ασχολία με τη μεγάλη της αγάπη, υπερασπίζοντας με σθένος, την ταμπέλα «αυτής που έπαιζε μπάλα».

Κι επειδή τα δύο «μισά» μιας νίκης, σύμφωνα με τον Γάλλο συγγραφέα Ζακ Ντεβάλ, είναι η επιλογή του πεδίου μάχης, καθώς και η επιλογή της κατάλληλης στιγμής, το μικρό τότε κοριτσάκι έφτιαξε τη δική του στιγμή, κερδίζοντας σταδιακά μία περίοπτη θέση σε ένα περιβάλλον, παραδοσιακά ανδροκρατούμενο. «Δεν είχαμε γυναικεία ομάδα τότε. Είχε ακαδημία αγοριών, με είδανε, και πήγα. Είμαι βλέπεις από την Ηγουμενίτσα που είναι μικρή πόλη, οπότε πριν 16-17 χρόνια ήταν πολύ δύσκολο. Ειδικά, για το γυναικείο ποδόσφαιρο». Έτσι, στάθηκε όρθια απέναντι σε φωνές, που διατείνονται ότι η γυναικεία παρουσία αδυνατεί να διαπρέψει σε έναν κατά βάση ανδρικό χώρο. «Τις πρώτες μέρες πάντα είναι δύσκολο. Έχεις αυτά τα βλέμματα, που σε κοιτάνε σα να λένε: Τι κάνει αυτή εδώ; Εμείς παίζουμε μπάλα…»

Διαθέτοντας όμως την ετοιμότητα να υποστεί τις πιο αυστηρές εξετάσεις αποδοχής, δραστηριοποιήθηκε με ατέρμονη συνέπεια στο πεδίο δράσης που είχε επιλέξει, κάμπτοντας τις αντιδράσεις όσων διαφωνούσαν αρχικά. «Μετά ήταν πολύ ωραίο… Με διάλεγαν πάντα από τις πρώτες, γιατί έβλεπαν ότι μπορώ και παίζω καλύτερα κι από αυτούς. Μετά γινόμασταν ουσιαστικά μία παρέα…»

«Γενικά τέτοια σχόλια κυρίως… Ε, τι θα κάνεις με την μπάλα; Σταμάτα την, αφοσιώσου μόνο στο σχολείο, και τα σχετικά», ήταν η απάντηση της, σε μια ερώτηση, σχετικά με το κατά πόσο ο ευρύτερος κοινωνικός της περίγυρος, κατέκρινε την προσωπική επιλογή άσκησης ενός ρόλου, που ίσως για πολλούς, παραγκώνιζε τη θηλυκότητα της. Ωστόσο, η ευδιάθετη, και ευσυνείδητη εκτέλεση του έργου, που διέκρινε ανάμεσα σε πλήθος επαγγελμάτων, οδήγησε τελικά, στην ικανοποίηση μιας φιλότιμης ανάγκης για διάκριση, και κοινωνική αποδοχή. «Εντάξει, αυτοί που μου έλεγαν για το τι θα κάνω με το ποδόσφαιρο, τώρα είναι οι πρώτοι που ρωτάνε, και μου λένε μπράβο… Είναι μεγάλη ικανοποίηση!»

Και λαμβάνοντας ως δεδομένο, πως η τύχη είναι ένα από τα βασικά συστατικά της επιτυχίας, παρακολουθώντας τον άνθρωπο, και δίχως να προηγείται αυτού, η Τατιάνα Γεωργίου, έχει κι αυτή τα δικά της σύμβολα, και «ιεροτελεστίες», να της δίνουν το συναίσθημα ελέγχου αυτής. «Σίγουρα, πάντα τα κομποσκοίνια μου, τα παίρνω μαζί μου, με τέιπ. Σα γούρι, έχω επίσης να μπαίνω πάντα με το δεξί στο γήπεδο. Ποτέ με το αριστερό».

Έπειτα, η συζήτηση δε θα μπορούσε να συνεχιστεί παρά με μία αναφορά, στα πρόσωπα τα οποία μύησαν την ίδια, και οικοδόμησαν μια σχέση ανυπέρβλητης αγάπης, με τον ευρύτερο κόσμο του «βασιλιά των σπορ». «Υπήρχαν πάρα πολλοί… Πάντα θα έλεγα πως κοιτάω και ανάλογα με τη θέση μου… Μεγάλωσα… σίγουρα ήταν η εποχή του Ροναλντίνιο, Μέσι, Πίρλο, που είναι ουσιαστικά και στη θέση μου. Δεν είναι ότι είμαι ή ήμουν αφοσιωμένη σ’ έναν. Μ’ αρέσει να κοιτάω γενικά, αυτούς που ξεχωρίζουν κάθε στιγμή, και να παίρνω τα θετικά».

Ο αθλητισμός λοιπόν, αποτελεί προσφιλή χώρο άντλησης διαφόρων προτύπων για τους νέους, καθώς ο εξωαγωνιστικός τρόπος ζωής επιφανών αθλητών, σε συνδυασμό με το συναρπαστικό θέαμα που προσφέρουν, εντυπωσιάζει τη νεολαία. Στο πρόσωπο διακριθέντων ονομάτων που προέρχονται από το συγκεκριμένο χώρο, βλέπουν τον τρόπο που οι ίδιοι θα ήθελαν να ζουν, ενώ πολλές φορές ενσαρκώνονται και τα κρυφά τους όνειρα. «Πρότυπο αυτή τη στιγμή, θεωρώ τα παιδιά που έχουν βγει στο εξωτερικό, και ξεχωρίζουν εκεί. Για παράδειγμα ο Τσιμίκας. Το παιδί έδειξε πως με τη δουλειά, όλη την αφοσίωση, και  ότι έχει κάνει, κατάφερε όχι μόνο να καθιερωθεί στην Ελλάδα, και να γίνει ο καλύτερος αριστερός μπακ, αλλά να φύγει στο εξωτερικό και με υπομονή, να δείξει ότι αξίζει. Δεν είναι εύκολο να πας στην καλύτερη ομάδα του κόσμου αυτή τη στιγμή, και να καθιερωθείς αμέσως. Είναι τιμή ότι έχει καταφέρει να ξεχωρίζει, και όλη η Λίβερπουλ τον θεωρεί από τα καλύτερα ταλέντα. Οπότε ναι, θεωρώ ότι είναι ένα πολύ σωστό πρότυπο για όλους».

Το κεφάλαιο ΠΑΟΚ, και τα πρώτα μεγάλα βήματα

Φτάνει μια στιγμή στη διάρκεια της μάχης, που ο μαχητής βρίσκει την κατάλληλη ευκαιρία, η οποία τον καθιερώνει, και του δίνει ώθηση για το επόμενο βήμα προς το όραμα του. «Πολύ μεγάλο βήμα ο ΠΑΟΚ. Ήταν ουσιαστικά και για μένα πιο μεγάλη ικανοποίηση, γιατί ήμουν στη Θεσπρωτία, με ομάδες που ήταν Β’ και Γ’ εθνική. Λόγω των εθνικών, που ήμουν στις κορασίδες, κι έπειτα στις νεάνιδες, με είχαν δει, και με ήξεραν από τον ΠΑΟΚ. Μου είχε γίνει πρόταση και πιο νωρίς, αλλά είχα πάντα το μυαλό μου και στο σχολείο. Έτσι, το καλύτερο ήταν να τα συνδυάσω, όπως κι έκανα. Τελείωσα ΤΕΦΑΑ στη Θεσσαλονίκη, κι έπαιζα και στον ΠΑΟΚ».

Η τέρψη, και οι συγκινήσεις, σε μεγάλες στιγμές των σύγχρονων αθλητικών διοργανώσεων, αποτελούν ουσία μιας ψυχαγωγίας που μόνο ο αθλητισμός μπορεί να προσφέρει. Συνεπώς, θα ήταν αδύνατο να παραλειφθεί η υπογράμμιση στιγμών υπερηφάνειας, με την «ασπρόμαυρη» φανέλα. «Είναι πολλές οι στιγμές…  Σίγουρα, νομίζω η πρώτη φορά που παίξαμε στο Τσάμπιονς Λιγκ. Ίσως ναι, η μεγαλύτερη είναι που παίξαμε στην “Τούμπα”, για τη φάση των “32”. Εννοείται, κάθε πρωτάθλημα, κάθε κύπελλο ήταν ξεχωριστό, αλλά για το Τσάμπιονς Λιγκ… ήταν κάτι που δεν μπορούσα να το φανταστώ».

Κι αφού η ζωή, είναι γεμάτη από καινούρια μονοπάτια, αν θεωρείσαι γενναιόδωρος με το μέλλον σου, δεν μπορείς παρά να τα ακολουθήσεις. Ακόμη κι αν υπάρξουν εμπόδια, ακόμη κι αν πρόκειται για μια «βουτιά» σε νερά άγνωστα… χωρίς φόβο, και με φιλοδοξία, γίνεσαι ο ίδιος το μονοπάτι… «Ήταν όταν επέλεξα λόγω κάποιων καταστάσεων να φύγω από τον ΠΑΟΚ. Κάπου εκεί, είπα: “οκέι, και τώρα τι κάνουμε;” Κάπως έτσι άρχισε να υπάρχει η προοπτική της Ευρώπης. Είχε επικοινωνήσει μαζί μου ένας μάνατζερ, κι έτσι έκανα δοκιμαστικά και με είδανε. Δεν είναι και τόσο εύκολο για μια Ελληνίδα παίκτρια να πάει απευθείας στην Ιταλία, αφού το γυναικείο ποδόσφαιρο εδώ είναι πολύ πιο πάνω. Ακόμη και η εθνική τους είναι πολύ πιο πάνω. Βέβαια, τα πήγαμε πολύ καλά όσες έχουμε έρθει εδώ, οπότε τώρα έχει ανοίξει ευκολότερα η αγορά, και για τις Ελληνίδες».

Επόμενη στάση: Η πόλη του «Θεού»

«Ο Μαραντόνα είναι Θεός για την πόλη…» 

Στον ιστορικό Νότο της γειτονικής πρωτεύουσας, η Τατιάνα βρέθηκε σε μια πόλη, όπου το ποδόσφαιρο και ο Μαραντόνα, είναι το νούμερο 1, όμως «χωρίς κανόνες», όπως επισημαίνει. Γνώρισε τον “ανοιχτό” ντόπιο λαό, και τον θορυβώδη τρόπο επικοινωνίας τους, που μοιάζει πολύ με τον ελληνικό, ως επιβεβαιώνει. «Μοιάζουμε αρκετά στο “έξω καρδιά”, αφού κι εκεί υπάρχει, οπότε σε αυτό ήταν εύκολο…» Πλέον, βρίσκεται στα βόρεια της Ιταλίας, βιώνοντας την έντονη διαφορά στον τρόπο ζωής των κατοίκων, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται εντός των ορίων της ίδιας χώρας. «Ο Νότος, δηλαδή η Νάπολη, με τον Βορρά αυτή τη στιγμή που βρίσκομαι, είναι σαν δύο διαφορετικές χώρες. Τόσο πολύ… Εδώ, πιο κεντρικά και βόρεια, είναι πιο πολύ σαν τις βόρειες χώρες…»

Ευρισκόμενη λοιπόν στην ομάδα, όπου η ιστορία προηγείται των πάντων, και ο εμβληματικός Αργεντινός είναι νούμερο 1, καθίσταται αδήριτη ανάγκη να περιγραφεί το συναίσθημα του να είσαι μέλος της Νάπολη του Μαραντόνα… «Είναι πολύ μεγάλο συναίσθημα, όσο αρχίζεις και μαθαίνεις πιο πολύ την ιστορία της ομάδας. Το βλέπεις κι εκεί δηλαδή… Είναι διαφορετικό να το βλέπεις από την τηλεόραση, ή να το διαβάζεις, και διαφορετικό να το βλέπεις ουσιαστικά μπροστά σου. Υπερηφάνεια σίγουρα! Ενθουσιασμός, και γενικά πάρα πολλά συναισθήματα…» 

Το 2020, αποτελεί ένα ακόμη έτος σταθμό, στο εντός ιταλικών συνόρων ταξίδι της Ελληνίδας παίκτριας, που εκ τότε έχει βρει το λιμάνι της στην ομάδα της Τσεζένα. Το οικογενειακό κλίμα που φροντίζουν να διατηρούν οι ιθύνοντες του συλλόγου, δημιουργεί ισχυρούς δεσμούς ανάμεσα στα μέλη του. «Οι πρόεδροι που έχουμε είναι απίστευτοι πραγματικά. Είναι πολύ σημαντικό να νιώθεις ότι οι άνθρωποι της ομάδας σε στηρίζουν. Μου έχουν συμπεριφερθεί σαν οικογένεια», δηλώνει η Τατιάνα, ανακαλώντας στη μνήμη της, τα περσινά Χριστούγεννα που δεν κατάφερε να επιστρέψει στην Ελλάδα.

«Πρόσφατα αλλάξαμε προπονητή. Ο καινούριος, όπως και ο παλιός, που βρισκόταν στην ομάδα πολλά χρόνια, είναι πάρα πολύ καλός. Έχει δώσει έναν άλλο αέρα, κι έχουμε ανέβει στα τελευταία ματς», περιγράφει την επικρατούσα αγωνιστική κατάσταση, και μια λάμψη ικανοποίησης γίνεται ευδιάκριτη στα μάτια της.

Έχοντας γεμάτες παραστάσεις, από το εγχώριο, αλλά και το υψηλού επιπέδου πρωτάθλημα της Ιταλίας, δύναται να τονίσει ορισμένες διαφορές που εντοπίζονται στα γυναικεία ποδοσφαιρικά δρώμενα των δύο χωρών. «Το πρωτάθλημα εδώ, είναι πάρα πολύ ανταγωνιστικό, αφού ο πρώτος, μπορεί να χάσει από τον τελευταίο. Αυτό είναι κάτι που στην Ελλάδα δεν το βλέπεις. Τα ντέρμπι στην Ελλάδα ήταν με 3-4 ομάδες, με το “ΠΑΟΚ-ΑΡΗΣ” να είναι γενικά ξεχωριστό. Πάντα υπάρχει πριν καν μπεις στο γήπεδο η ατμόσφαιρα του. Σε αυτά τα παιχνίδια υπήρχε και περισσότερος κόσμος». 

Παράλληλα, σημείωσε πως βασικές διαφορές συναντούνται τόσο στο πλαίσιο των υλικών υποδομών, όσο και στον τομέα της εσωτερικής οργάνωσης, και λειτουργίας των τμημάτων. «Το τεχνικό επιτελείο μιας ομάδας εδώ, απαρτίζεται από πολύ περισσότερα άτομα. Εδώ θα έχει σίγουρα ο κόουτς βοηθό, γυμναστές, φυσιοθεραπευτές που είναι κάθε μέρα στο γήπεδο. Στην Ελλάδα συνήθως είναι πιο λίγα άτομα, αν και η κατάσταση έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, σε σχέση με τις αρχές».

Επιπλέον, η Τατιάνα φρόντισε να σταθεί, και στο πόσο υποστηρικτικοί φαίνονται οι Ιταλοί, προς το γυναικείο ποδόσφαιρο. «Σίγουρα το βλέπεις στα μεγάλα παιχνίδια. Το βλέπεις επίσης, και από τα σόσιαλ μίντια των παικτριών εδώ, που είναι σαν διάσημες. Πριν 3-4 χρόνια, η Ιταλία είχε πάει πολύ καλά στο Παγκόσμιο, κι εκεί έγινε το μεγάλο “μπαμ”. Έφτιαξε και η Γιουβέντους γυναικείο τμήμα, που δεν είχε…» Ως λογική απόρροια αυτών, προκύπτει η αναγκαιότητα υποστήριξης του γυναικείου ποδοσφαίρου, από το σύνολο των μεγάλων ελληνικών ομάδων. «Είναι αυτό που λέμε κι εμείς για την Ελλάδα. Περιμένουμε να φτιάξει ο Ολυμπιακός γυναικείο τμήμα, όπως και άλλοι σύλλογοι, για να υπάρξει ο ανταγωνισμός, και όλες οι ομάδες να μπορούν να πηγαίνουν για το πρωτάθλημα».

 

Τραυματισμοί: Όταν ο πόνος κάνει τον δυνατό, δυνατότερο…

«Με το που έμαθα τι μπορεί να ήταν αυτό είπα: “Μπορώ να παίξω την επόμενη εβδομάδα;”»

Όσοι δεν υπέφεραν ποτέ, δεν γνωρίζουν τίποτα. Μόνο όταν κοιτάς κατάματα τον πόνο, κάτι μαθαίνεις… «Είχα πάθει δύο χιαστούς. Έναν στο ένα πόδι, κι έναν στο άλλο. Την πρώτη φορά ήμουν μικρή, γύρω  στα 15.5, και δεν το κατάλαβα. Ένιωσα να με πονάει με το που χτύπησα, αλλά συνέχισα να παίζω μία ώρα. Έσφιξα τα δόντια… Με το που έμαθα τι μπορεί να ήταν αυτό, είπα: “Εντάξει, μπορώ να παίξω την επόμενη εβδομάδα;” Κι εκεί ήταν το μεγάλο πλήγμα. Όταν μου είπαν για το χειρουργείο, και άκουσα ότι θα λείψω για πολλούς μήνες. Τελικά, στους 5.5 μήνες έπαιζα κανονικά με την ομάδα μου».

Λένε, πως ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να θυμηθεί ακριβώς το μέγεθος του πόνου που έχει περάσει. Και όταν αυτός ο πόνος επιστρέφει, δεν είναι ποτέ ο ίδιος… Γιατί εσύ έχεις γίνει σκληρότερος! «Τη δεύτερη φορά, το έπαθα στην καλύτερη μου σεζόν. Είχα ήδη πάρει τα πάντα με τον ΠΑΟΚ, και στην εθνική ήμουν βασική. Πήγαμε για δύο φιλικά με την εθνική, κι ενώ στο πρώτο έπαιξα κανονικά, στο δεύτερο ο προπονητής έκανε αλλαγές, και μ’ έβαλε να παίξω για τη συμμετοχή στα τελευταία λεπτά. Εκεί έπαθα τον χιαστό. Τότε, αμέσως κατάλαβα… Έπαθα σαν κρίση πανικού… Δεν μπορούσα ν’ αναπνεύσω… Δεν μπορούσα να μιλήσω… Έκλαιγα…»

Η Τατιάνα θυμάται έπειτα την προσπάθεια, και τα παρηγορητικά λόγια των γύρω της, την ώρα που εκείνη βίωνε την ξαφνική επιστροφή, του ίδιου κακού που την είχε κρατήσει ξανά, μακριά από την μεγάλη της αγάπη.

Και είναι τότε που η απόγνωση της στιγμής, σε πνίγει πιο πολύ από τον ίδιο τον πόνο. Η έλλειψη ελπίδας, που κάνει τη θεραπεία, η επιτυχία της οποίας δεν κρίνεται πια από την τύχη, να μοιάζει βουνό…

«Βλέπεις ξαφνικά την ομάδα, τις συμπαίκτριες σου, να κάνουν ότι έκανες κι εσύ μέχρι πρότινος. Τη στιγμή που εσύ θα πρέπει να είσαι με τις πατερίτσες, να πονάς, να μην μπορείς να κάνεις απλά πράγματα που έκανες, και μάλιστα για μήνες. Μετά, έχεις να κάνεις και με τον φόβο, που σίγουρα υπάρχει».

Όσο αφήνεις την κακή διάθεση να σε εξουσιάζει, όντας στη μέση της καταιγίδας, νομίζεις πως τα σύννεφα θα μείνουν για πάντα. Αλλά ο ήλιος λάμπει ξανά, και μαζί με τη δική σου θέληση, η δράση, η κανονικότητα, επιστρέφουν. «Όταν ήταν να μπω στο πρώτο μου παιχνίδι, έκανα ζέσταμα με όσες δεν θα  ξεκινούσαν. Έτρεχα από τη χαρά μου, και μόνο που θα ξαναγύριζα. Μου έλεγαν: “Τι έχεις πάρει;” “Έξι μήνες αναμονής!” απαντούσα».

Εθνική Ελλάδος: Μεγάλη στιγμή, και ισχύοντες στόχοι

«Όποια και να ρωτήσεις, είναι όταν παίξαμε με τη Γαλλία. Είχε 25.000 κόσμο το γήπεδο. Ρεκόρ! Σε αυτό το γήπεδο έπαιζε και η αντρική ομάδα της Ρεν. Ήταν ένα όνειρο πραγματικά! Το σκέφτομαι και ανατριχιάζω! Μόνο και μόνο που έχεις ένα γεμάτο γήπεδο, και την ώρα του εθνικού ύμνου, ακούς τους πάντες να τραγουδάνε. Χάσαμε 1-0, αλλά ήταν φοβερό αποτέλεσμα. Εκείνη η ομάδα της Γαλλίας, είχε μόλις κερδίσει σε κάτι φιλικά την εθνική Αμερικής, και ήταν νούμερο 2 του κόσμου!» Δίχως δεύτερη σκέψη, περιέγραψε την κορυφαία για την ίδια, και ίσως όχι μόνο, στιγμή υπερηφάνειας με το εθνόσημο.

Όταν οι προκλήσεις είναι συγκεκριμένες, συγκεκριμένες επιβάλλεται να είναι και οι ενέργειες μας. Η προσήλωση στον στόχο, και το αγωνιστικό πνεύμα, είναι δύο αναγκαία χαρακτηριστικά, που όταν εκδηλώνονται στην αρένα, μπορούν να ανατρέψουν οτιδήποτε αναμενόμενο. «Τώρα έχουν μείνει δύο ακόμα επίσημα, που είναι πολύ δύσκολα. Θα δώσουμε φυσικά το 120% που μπορούμε, για να πάρουμε θετικά αποτελέσματα.  Μαθηματικά δεν έχει χαθεί η πρόκριση, βέβαια είναι δύσκολο γιατί πρέπει να πάμε πρώτα στη Γαλλία, και μετά να παίξουμε σε μας, με την Ουαλία. Με έναν συνδυασμό αποτελεσμάτων, υπάρχει η δυνατότητα να προκριθούμε».

Κατόπιν, αναφέρθηκε στα πρόσφατα νικηφόρα παιχνίδια του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος, με αντίπαλο την Εσθονία, που στάθηκαν ως αναγεννητικές δυνάμεις για την ομάδα, αναδεικνύοντας στο εγχώριο φιλοθεάμον κοινό, τη δυναμική της γυναικείας εθνικής ομάδας. «Παίξαμε πολύ ωραίο ποδόσφαιρο. Από τα μηνύματα που λάβαμε, καταλάβαμε πως είχε απήχηση. Οι Έλληνες φίλαθλοι είδαν ότι μπορούμε  να παίξουμε, κι έχουμε μια ωραία εθνική».

Μετά το τέλος του παραμυθιού, ξεπηδάει μια νέα αρχή…

«Δεν με βλέπω μακριά από το χορτάρι… Είμαι κολλημένη!» 

Σύμφωνα με τον Αϊνστάιν, για να ζήσεις μια ευτυχισμένη ζωή, πρέπει να την εξαρτήσεις από έναν στόχο. Και η ζωή είναι γεμάτη από νέους στόχους. Άλλοι μεγάλοι, και άλλοι μικροί. Είναι και αυτοί, που απαιτούν όλες σου τις δυνάμεις, και περιλαμβάνουν το να αφήσεις πίσω κάτι που λατρεύεις, και να ξεκινήσεις από την αρχή.  «Όταν τελειώσει, με βλέπω κάπως έτσι όπως με βλέπω και τώρα, απλά σε άλλο πόστο. Έχω τελειώσει γυμναστική ακαδημία με ειδικότητα στο ποδόσφαιρο, έχω πάρει και “Uefa B”, οπότε πάλι στα γήπεδα θεωρώ θα είμαι. Δεν με βλέπω μακριά από το χορτάρι… Είμαι κολλημένη! Πέρα από το προπονητικό κομμάτι, μου αρέσει πάρα πολύ και το κομμάτι της αποκατάστασης. Είτε σαν προπονήτρια δηλαδή, ή γυμνάστρια αποκατάστασης, ή ακόμα και να έχω ένα δικό μου γυμναστήριο».

Μην βαριέστε λοιπόν να θέτετε στόχους! Αν δεν έχεις στόχους, μένεις απλά με ανικανοποίητες ευχές. Χρειάζεται δύναμη, αντοχή, επιμονή, και χίλια δύο άλλα, που για τον καθένα μπορεί να διαφέρουν, μα στο τέλος, η θέα από ψηλά, σε κάνει να καταλάβεις, πως δεν ματαιοπόνησες.

«Δουλειά, αφοσίωση, και πίστη!» εκμυστηρεύτηκε η Τατιάνα, ποια ήταν αυτά τα μυστικά «συστατικά», που μετέτρεψαν τα δικά της όνειρα σε εφικτούς στόχους.

«Το όνειρο μου ήταν να παίζω ποδόσφαιρο, να είμαι σε μεγάλες ομάδες, και υπήρξαν πολλοί, που μου είπαν πως δεν μπορώ. Απλά εκεί, κλείνεις τ’ αυτιά, κοιτάς τον στόχο, και με δουλειά, πίστη, και υγεία που είναι πάντα ζητούμενο, τα καταφέρνεις…» Ο Γουώλτ Ντίσνεϊ είχε πει, πως αν μπορείς κάτι πρώτα να το ονειρευτείς, μπορείς και να το κάνεις. Και πώς να τον αμφισβητήσει κανείς; Τα όνειρα είναι ανάσα! Έτσι κι αλλιώς, στο τέλος της ημέρας… όλα από ένα όνειρο ξεκινάνε!

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ